Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Για το χιούμορ

Ελληνική λέξη για το χιούμορ δεν υπάρχει. Μια απόπειρα εννοιολογικής απόδοσης θα ήταν περιφραστική: πνευματώδης αστεϊσμός, εύθυμη θυμηδία, φιλοπαίγμων διάθεση.

Οι Αγγλοσάξονες είναι οι χαρακτηριστικοί φορείς του αρχετυπικού «sense of humor», δηλαδή της ικανότητας να συλλαμβάνει κανείς διανοητικά, να εκφράζει πετυχημένα και να εκτιμά δεόντως το κωμικό των πραγμάτων. Σημειώνουμε για τους αρχαιόπληκτους και εθνο-βλαμμένους (να χαρούν κι αυτοί λιγάκι) ότι η αγγλική λέξη humor (ή humour) προέρχεται από τον ιπποκράτειο όρο «χυμός» (ενν. του ανθρωπίνου σώματος).

Όμως, το είδος αίσθησης χιούμορ που έχει (και άρα το είδος χιούμορ που εκτιμά) ο κάθε ένας επικαθορίζεται από εθνολογικούς, κοινωνικούς και ιστορικούς παράγοντες (πού και πότε γεννήθηκε, πώς έζησε και μεγάλωσε, κλπ.). Υπάρχει άραγε διαχρονικό και διατοπικό χιούμορ;

Για να περιοριστούμε στο λεκτικό χιούμορ (για λόγους οικονομίας), οι κωμωδίες του Αριστοφάνη ή του Σαίξπηρ παίζονται για αιώνες αλλά μόνο στο δυτικό κόσμο (δυτικό όχι τοπικά αλλά πολιτισμικά, στον ανεπτυγμένο κόσμο). Δεν μπορώ να ισχυριστώ νομίζω πειστικά ότι, αποκομμένοι από τις συμπαραστάσεις του δυτικού πολιτισμού, οι άρρενες κάτοικοι του Κατάρ θα εύρισκαν ιδιαίτερα αστεία τη Λυσιστράτη ή ότι οι καταπιεσμένοι στον αναλφαβητισμό σκλάβοι της Nike στο Μπαγκλαντές θα γελούσαν με το Much Ado About Nothing.

Από την άλλη, οι σύγχρονες κινηματογραφικές κωμωδίες παίζονται σχεδόν παντού στον πλανήτη αλλά τα 50-100 χρόνια ζωής τους δεν τις κάνουν διαχρονικές. Κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει ότι θα θεωρούνται αστείες μετά από 2000 χρόνια (δεν συζητάμε για τις εντελώς πρόσφατες, διότι αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν αστείες ούτε σήμερα).

Δεν υπάρχει λοιπόν πανανθρώπινο κοινό γούστο σε ό,τι αφορά στο χιούμορ. Σίγουρα όμως υπάρχει κοινή αποδοχή της έννοιας του όπως και κοινή αποδοχή του γέλιου και του λεκτικού αστεϊσμού ως αναπόσπαστου μέρους της ανθρώπινης ύπαρξης και της κοινωνικής συμβίωσης. Υπ’ αυτήν την έννοια, τίθεται το ερώτημα: Υπάρχουν όρια στο χιούμορ;

Αρχικά, για να το πω ωμά, το γεγονός ότι δεν γελάω με τα αστεία κάποιου δεν του αφαιρεί το δικαίωμα να τα λέει. Εκεί που υπάρχει ζήτημα είναι όταν το χιούμορ «στρέφεται» κατά κάποιου τρίτου, δεν είναι δηλαδή αυτοσαρκασμός ή σχολιασμός αφηρημένων καταστάσεων αλλά παρωδία ή παιχνιδιάρικη προσβολή ενός άλλου προσώπου. Η ελληνική (και όχι μόνο) ιδιοτυπία της γνωστής «πλάκας» και του «χαβαλέ», με τον εξοβελισμό της ευγένειας και με μια άπλετη και αδικαιολόγητη οικειότητα προς τους άλλους που εκδηλώνεται με χοντροκομμένους προσβλητικούς αστεϊσμούς, δεν εμπίπτει κατά τη γνώμη μου στην κατηγορία του χιούμορ αλλά στην κατηγορία της κακόγουστης γελοιότητας.

Την ίδια στιγμή, ζήτημα τίθεται και για τα «θεματικά» όρια του χιούμορ. Υπάρχουν δηλαδή γεγονότα ή καταστάσεις ή πρόσωπα που εξ ορισμού εξαιρούνται από το πεδίο της ευθυμολογίας; Κι αυτό βέβαια το ερώτημα βάζει στο παιχνίδι και το θέμα της (καταραμένης) πολιτικής ορθότητας.

Διαβάζοντας κανείς το Σύνταγμα της Ελλάδας, βλέπει ότι στο άρθρο 14 παρ. 3 επιτρέπεται η κατάσχεση εντύπων (κατασταλτική λογοκρισία) μεταξύ άλλων για «προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης θρησκείας» και για «προσβολή του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας». Ανοίγει λοιπόν μια συζήτηση σχετικά με το εάν το χιούμορ εμπίπτει στην κατηγορία της «προσβολής» και άρα στρεφόμενο κατά θρησκειών ή κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι -από συνταγματική σκοπιά τουλάχιστον- αθέμιτο. (Παρενθετικά να σημειωθεί ότι σε χώρες με πραγματική δικαιοπολιτική κληρονομιά των θεμελιωδών ιδεών του Διαφωτισμού, όπως οι ΗΠΑ, μια τέτοια διάταξη θα ήταν αδιανόητο να υπάρχει στον καταστατικό χάρτη).

Νομίζω ότι μια προοδευτική και συνεπής με το πνεύμα του συντακτικού νομοθέτη ερμηνεία του συνταγματικού κανόνα, θα πρέπει να μας οδηγήσει στην άποψη ότι το χιούμορ καθ’ εαυτό δεν μπορεί συνιστά προσβολή, υπό την προϋπόθεση ότι δεν περιλαμβάνει εξυβρίσεις ή δυσφημήσεις (που έτσι κι αλλιώς απαγορεύονται από το νόμο). Υπ’ αυτήν την έννοια, τα περίφημα γελοιογραφικά σκίτσα του Μωάμεθ θα έπρεπε να γίνουν ανεκτά εάν δημοσιεύονταν σε ελληνικό έντυπο. Έτσι και η τυχόν μη εξυβριστική σάτιρα εις βάρος του κ. Παπούλια θα πρέπει να θεωρηθεί αποδεκτή ως μη συνιστώσα προσβολή του προσώπου του.

Σχετικό με τα θεματικά όρια είναι και το ζήτημα του black humor, αλλά εκεί νομίζω ότι πολιτισμικά υπάρχει ένα κεκτημένο, αφού η ίδια η λαϊκή θυμοσοφία διδάσκει «δεν υπάρχει γάμος χωρίς δάκρυ και κηδεία χωρίς γέλιο».

Το μεγαλύτερο πρόβλημα τίθεται εν σχέσει προς πιο «επικίνδυνα» θέματα: Μπορεί να κάνει κανείς χιούμορ με το Ολοκαύτωμα; Μπορεί κάποιος να κάνει χιουμοριστικές αναφορές στους gay, στους Εβραίους, στα παιδιά με νοητική στέρηση;

Μερικοί απαντούν εντελώς αρνητικά με το επιχείρημα ότι το χιούμορ με αναφορά στους gay είναι ομοφοβία ή ότι το χιούμορ με εβραϊκές αναφορές είναι αντισημιτισμός. Για το δε χιούμορ με αναφορές σε ανθρώπους με νοητική ή και σωματική αναπηρία θα έπαιρνε ίσως ως απάντηση το γνωστό «μα δε ντρέπεσαι λιγάκι;». Κάποιοι θα έφταναν ίσως στο σημείο να ισχυριστούν ότι τέτοιου είδους χιούμορ αναπαράγει στερεότυπα και γεννά «εχθροπάθεια», με αποτέλεσμα να το εντάξουν μέχρι και στην κατηγορία του hate speech (ρητορική μίσους).

Αρχικά, θα παρατηρούσα ότι με τέτοιες λογικές θα έπρεπε να μην γίνονται αποδεκτές οι χιουμοριστικές αναφορές στους κοντούς ή στις χοντρές, τα ανέκδοτα για Πόντιους, τα ανέκδοτα τύπου «ένας Άγγλος, ένας Γερμανός κι ένας Έλληνας», κλπ. αφού κι αυτά αναπαράγουν στερεότυπα.

Κυρίως, όμως, προξενεί εντύπωση ότι οι περισσότεροι από όσους ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία εξαρτούν την αντίδρασή τους από το πρόσωπο που εκφέρει τον χιουμοριστικό λόγο. Έτσι, θα αποδέχονταν κατά το πλείστον ένα αστείο για τους gay εάν το άκουγαν από έναν gay ή ένα αστείο για Εβραίους ειπωμένο από έναν Εβραίο. Μια τέτοια όμως διάκριση καταντά τελικά δίκη προθέσεων αφού δεν κατακρίνει το χιούμορ ως τέτοιο αλλά την (κατά την αναπόδεικτη γνώμη του κρίνοντος) διάθεση, το σκοπό ή την «ατζέντα» του προσώπου που προβαίνει στη χιουμοριστική εκφορά του λόγου.

Περαιτέρω, το να κάνει κανείς χιούμορ με την δυσκολία ή το πρόβλημα που βιώνει κάποιος άλλος (όπως στην περίπτωση των ατόμων με αναπηρία) θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί με ευκολία μικρόψυχο. Μια πιο προσεκτική ανάλυση όμως, θα λάμβανε σίγουρα υπ’ όψιν της την «εξορκιστική του κακού» διάσταση του χιούμορ. Με την κατάρριψη της σοβαροφάνειας και την ανάδειξη της κωμικής πλευράς ακόμη και δραματικών καταστάσεων, το χιούμορ βοηθά τους ανθρώπους να διαχειριστούν τις δύσκολες καταστάσεις ή την έντονη αμηχανία και δρα ως ψυχολογικός μηχανισμός αυτοσυντήρησης. Έτσι, συντελεί υπό μία έννοια και στην αποδοχή της διαφορετικότητας ή της απόκλισης από το πλειοψηφικό (και άρα θεωρούμενο ως φυσιολογικό) και αποτελεί έναν οιονεί μηχανισμό κοινωνικής εναρμόνισης.

Σε κάθε περίπτωση, το προαναφερθέν «μα δε ντρέπεσαι λιγάκι;» ως απάντηση στο χιούμορ είναι καθ’ όλα θεμιτή αντίδραση, αφού δεν λογοκρίνει ούτε καταστέλλει τον χιουμορίστα αλλά δρα ακριβώς ως αποδεκτή αρνητική κριτική του χιούμορ (όπως το γέλιο ως αντίδραση είναι η θετική κριτική στο χιούμορ). Όσοι πρώτα γελάνε με το αστείο και μετά εκφέρουν την φράση «μα δε ντρέπεσαι λιγάκι;» προσπαθούν να σώσουν τα προσχήματα της πολιτικής ορθότητας («εντάξει, αστείο είναι, αλλά δεν κάνει να τα λες αυτά»).

Η προσωπική άποψη του γράφοντα είναι ότι κανείς και τίποτα δεν εξαιρείται από το χιούμορ. Εξυπακούεται ότι, όπως ο γράφων διατηρεί το δικαίωμα να μην συναναστρέφεται όσους εκστομίζουν διάφορες «κρυάδες» νομίζοντας ότι διαθέτουν αίσθηση του χιούμορ, έτσι και οι τρίτοι διατηρούν το δικαίωμα να μην συναναστρέφονται τον γράφοντα εφ’ όσον θεωρούν το χιούμορ του ιερόσυλο. Πάντως, δεν θα ζητήσουμε την άδεια κανενός για να κάνουμε χιούμορ (στα νόμιμα πλαίσια).

ΤΟ ΑΝΩΤΕΡΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΑΡΧΙΚΑ ΣΤΟ maga.gr

Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

Για το Debtocracy

Είδα κι εγώ το Debtocracy και δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό για μερικές παρατηρήσεις. Τα βασικά, βέβαια, σημεία της άποψης μου τα περιέγραψα και το Σάββατο 09/04/2011 στην εκπομπή retrospectiva του Βασίλη Σωτηρόπουλου στο Radiobubble σε μια πολύ ωραία συζήτηση με την Βίβιαν Ευθυμιοπούλου.

Δηλώνω εξ αρχής ότι με αρκετά σημεία - γνώμες/απόψεις που διατυπώνονται στο Debtocracy συμφωνώ. Επιμέρους απλουστεύσεις ή γενικεύσεις δεν με βρίσκουν σύμφωνο, ούτε βέβαια κάποιοι (ας μου επιτραπεί) "αριστεροί λαϊκισμοί" αλλά τελικά αυτά είναι επουσιώδη και δεν καθορίζουν την γενική εικόνα. Πάντως ο αναγωγισμός είναι ανιστόρητος και αντιδιαλεκτικός ως λογική, καταντάει δε αφελές να συσχετίζεις τα παλάτια του Σαντάμ με τους Ολυμπιακούς αγώνες. Όσο λάθος επιλογή κι αν ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, προφανώς και δεν έγιναν στην Ελλάδα για να τονιστεί ή να διαφημιστεί η ισχύς της χώρας στους γείτονες και αντιπάλους (όπως λέγεται στο Debtocracy). Έγιναν για να υπηρετηθούν συμφέροντα και επιδιώξεις (προφανώς αλλότρια των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου) και βέβαια έγιναν για να χτιστεί και το μύθευμα της επίπλαστης ανάπτυξης - σαπουνόφουσκας. Παραπλεύρως υπηρέτησαν και το δόγμα της ισχυρής Ελλάδας, αλλά κι αυτό απευθυνόταν στο εσωτερικό της χώρας, προσπαθώντας να στρατεύσει τους Έλληνες στο εκσυγχρονιστικό όραμα και δεν είχε πρωτευόντως διεθνή απεύθυνση.

Επίσης είναι λίγο φτηνό να μιλάς για τα έξοδα των Ολυμπιακών Αγώνων και να δείχνεις την κ. Βίσση στην τελετή λήξης και τον κ. Βουλγαράκη να μιλά για το 1,2 δις του κόστους ασφαλείας. Αν θέλεις να μιλήσεις για έξοδα και Ολυμπιάδα (υπό την έννοια του value for money), το σωστό θα ήταν να δείξεις την Αττική Οδό, το μετρό, το αεροδρόμιο, το Ρίο-Αντίριο, το badminton κλπ. Εκεί ήταν τα πολλά λεφτά και όχι στο 1,2 δις της ασφάλειας ή στο κόστος της τελετής λήξης (σταγόνα στον ωκεανό).

Τέλος, το "δεν πληρώνω και δεν τρέχει τίποτα" του Ισημερινού με την πληθώρα πλουτοπαραγωγικών πηγών δεν μπορεί να γίνει copy paste στην ανύπαρκτη οικονομικά Ελλάδα.

Εν τούτοις, η γενική ιδέα περί απεχθούς χρέους και Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου είναι σωστή κατά την άποψή μου. Επίσης, είναι σωστές οι ενστάσεις για την νομιμοποίηση του μνημονίου. Το ορθό θα ήταν να πήγαινε σε εκλογές ο κ. Παπανδρέου με πρόγραμμα την μνημονιακή πολιτική και να βλέπαμε τι ψήφους θα έπαιρνε. Σε μια τέτοια περίπτωση είτε οι Έλληνες ψηφοφόροι θα επέλεγαν το μνημόνιο (ήτοι την αλλαγή κοινωνικού και οικονομικού υποδείγματος στην Ελλάδα για πρώτη φορά από συστάσεως νεο-ελληνικού κράτους) είτε θα επέλεγαν την χρεοκοπία και την στάση πληρωμών. Σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να ζήσουν με την επιλογή τους.

Ο "φιλελεύθερος εκσυγχρονισμός" (sic) της ελληνικής κοινωνίας, όταν γίνεται με το ζόρι, δεν είναι αποδεκτός αφού το "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα" είναι ανορθολογική και φασίζουσα νοοτροπία. Ούτε βέβαια μπορεί να γίνει αποδεκτό από εχέφρονα άνθρωπο το αποτέλεσμα της πολιτικής ΠΑΣΟΚ: Στο δίλημμα ή μνημόνιο ή χρεοκοπία, το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να κάνει και τα δύο. Και μνημόνιο (με ότι αυτό συνεπάγεται) και χρεοκοπία (στάση πληρωμών προς τους ιδιώτες πιστωτές του το Δημόσιο έχει κάνει ήδη και τα χειρότερα οσονούπω).

Η βασική μου διαφωνία με το Debtocracy είναι ... αριστερή! Ως αριστερός πιστεύω βαθιά ότι έχω υποχρέωση (και βέβαια δικαίωμα) να προσπαθώ να πείσω τους υπόλοιπους ανθρώπους για τα λάθη και τις αδυναμίες του κρατούντος συστήματος και να τους ενεργοποιήσω στην κατεύθυνση της αλλαγής, είτε ανατρεπτικής είτε μεταρρυθμιστικής (ανάλογα με το τι αριστερός είσαι). Ε λοιπόν, το Debtocracy αποτυγχάνει παταγωδώς σε αυτό το σημείο. Δεν είναι σε θέση να πείσει κανέναν που να μην είναι ήδη πεισμένος. Είναι φτιαγμένο έτσι ώστε μιλάει μόνο στους αριστερούς, είναι φτιαγμένο για να μας αρέσει και να το χαιρόμαστε μεταξύ μας. Αυτό είναι και το χαμένο του στοίχημα.

Υ.Γ. Η κριτική στο Debtocracy με το επιχείρημα ότι δεν δείχνει και την "άλλη" άποψη είναι αστεία: Εδώ και ένα χρόνο ΟΛΑ τα τηλεοπτικά μέσα προμοτάρουν μνημόνιο και δεν είδα σε καμία εκπομπή των ΦΑΚΕΛΩΝ ή της ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ή στο δελτίο του MEGA και του ΣΚΑΙ να φιγουράρει η αντίθετη άποψη. Παντού παρουσιάζεται ως μονόδρομος το μνημόνιο με τους δημοσιογράφους να είναι βασιλικώτεροι του βασιλέως στην υπεράσπιση των κυβερνητικών επιλογών. Ένας δημοσιογράφος βρέθηκε να κάνει μια εκπομπή με αριστερούς (εν τη ευρεία εννοία) συμμετέχοντες και θα τον εγκαλέσουμε γιατί δεν ρώτησε και τον κ. Μανδραβέλη ή τον κ. Μάνο? Μην τρελλαθούμε τώρα!

Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Για τη Λιβύη

Σαν σήμερα το 1968 δολοφονήθηκε ο Martin Luther King Jr., ένας από τους σπουδαιότερους και πλέον εμβληματικούς αγωνιστές υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν πρόκειται βεβαίως για αφιέρωμα. Είναι βαθιά μου πεποίθηση ότι οι περιστατικές αφορμές είναι για μη σοβαρούς ανθρώπους. Αναφέρω τον αφρο-αμερικανό πάστορα για να θυμίσω την αυταξία και αυτοτέλεια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη δεν είναι ούτε δοσμένα, βέβαια, από το θεό ούτε χαρισμένα από κανέναν άλλο. Σχηματοποιήθηκαν και κατακτήθηκαν στο διάβα τον αιώνων, επηρεάστηκαν από σχολές σκέψεις, θρησκείες και πολιτισμούς και κατέληξαν σήμερα να αποτελούν την συνισταμένη της κοινωνικής και πολιτικής προόδου της ανθρωπότητας. Η σύλληψη της έννοιας του «θεμελιώδους» ή «απαράγραπτου» ανθρώπινου δικαιώματος βρίσκεται άλλωστε σε εμβρυακή μορφή σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς.

Τα πρώτα βασικά δικαιώματα (ζωή, περιουσία, ελευθερία, κλπ.) σχηματοποιούνται στην προ Χριστού περίοδο τόσο στην αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη όσο και στην Αίγυπτο, Κίνα (Κομφούκιος), Ινδία (ινδουισμός, Βούδας), Ιαπωνία (ιαπωνικός βουδισμός), Μέση Ανατολή (Εβραίοι), Νότια Αμερική (Μάγια, Ίνκας). Βέβαια τα ανθρώπινα δικαιώματα τότε δεν ήταν καθολικά (δεν ίσχυαν για όλους) αλλά αυτό σχετίζεται με το επίπεδο ανάπτυξης των αρχαίων πολιτισμών και τις ιστορικές-κοινωνικές συνθήκες της εποχής.

Στην μετά Χριστό εποχή τα θεμελιώδη δικαιώματα μπολιάστηκαν στην δυτική Ευρώπη και το Βυζάντιο με τις ιουδαιοχριστιανικές διδαχές. Η ιουδαιοχριστιανική παράδοση επηρέασε βαθύτατα και τους απανταχού μουσουλμάνους καθ’ όσον ο ισλαμισμός είναι παράγωγος του εβραϊσμού και του χριστιανισμού (οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες είναι συγγενείς: ο θεός-Πατήρ των χριστιανών και ο Αλλάχ των μουσουλμάνων είναι βεβαίως ο Γιαχβέ των Εβραίων). Μέσα από την σύγκλιση αυτή δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την σύλληψη της καθολικότητας ως χαρακτηριστικού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η καθολικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ως έννοια και σύλληψη, συμβαίνει με την Αναγέννηση και τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε η αρχαία σκέψη (κυρίως η ελληνική και ελληνιστική). Την ίδια εποχή και λίγο μετά, στη δίνη των πρώτων ουσιαστικών και μεγάλων κοινωνικών επαναστάσεων (Αγγλία, Γαλλία, Αμερική) κατοχυρώνονται για πρώτη φορά γραπτώς τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, τα δε σχετικά κείμενα (κυρίως η Γαλλική και Αμερικανική Διακήρυξη Δικαιωμάτων) συνιστούν πλέον κομμάτι του κοινού πολιτισμικού κεκτημένου του συλλογικού ανθρώπου.

Η σοσιαλιστική σκέψη (πρώτη η γαλλική και κατ’ εξοχήν βέβαια ο μαρξισμός) φέρνουν στο προσκήνιο της ιστορίας την εργατική τάξη, η οποία με αγώνες και θυσίες καταφέρνει να αποσπάσει και κατοχυρώσει κάποια κοινωνικά δικαιώματα (καθολική ψήφος, εργατικά δικαιώματα, ισονομία). Βεβαίως, ακόμη κι εκεί που κατακτώνται τα δικαιώματα, η καθολικότητα τους παραμένει ζητούμενο και αυτό εκφράζεται κυρίως στην Ευρώπη με το φεμινιστικό κίνημα.

Μετά την νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και με την καίρια συμβολή της αριστερής σκέψης (με δεδομένη άλλωστε την επιρροή της αριστερής ιδεολογίας σε πλατιά τμήματα του ευρωπαϊκού –κυρίως- πληθυσμού), κατοχυρώνεται διεθνώς (με αγώνες και πάλι) η δεύτερη φουρνιά ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα λεγόμενα κοινωνικά δικαιώματα (καθολική ψήφος, ισονομία, εργατικά δικαιώματα, κλπ), για να φτάσουμε μεταπολεμικά και με την πτώση της αποικιοκρατίας και τους αγώνες των λαών του Τρίτου Κόσμου στην τρίτη γενιά δικαιωμάτων (πολιτιστικά δικαιώματα, δικαίωμα αυτοδιάθεσης, δικαίωμα στην τροφή και το νερό κλπ.).

Όλη αυτή η λαμπρή και εντελώς εκπληκτική ιστορία, που προικοδότησε την ανθρωπότητα με την μεγαλύτερη κατάκτηση του ανθρώπινου πνεύματος, ότι δηλαδή όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι και έχουν από γεννήσεως ορισμένα θεμελιώδη και απαράγραπτα δικαιώματα, αυτή η υψηλότερη βαθμίδα πολιτισμού και ανθρωπισμού που δικαιολογεί την πίστη στην δυνατότητα του ανθρώπου για το καλύτερο και στο (ουτοπικό αλλά σαγηνευτικό) ιδανικό της ευτυχίας και προόδου για όλους, αυτή λοιπόν η ανθρώπινη κατάκτηση εκμηδενίζεται σήμερα από διάφορους θρασύτατα σχετικοποιούντες και ρευστοποιούντες τα πάντα στο όνομα του όποιου φανατισμού τους.

Από τη μία οι διάφοροι φασίζοντες (και μη) οπαδοί του πλέον πατριδοκάπηλου εθνικισμού απανταχού της γης, που ντύνουν την ασημαντότητά τους με τα διάφορα πεπρωμένα και μεγαλεία της φυλής (της όποιας φυλής), κι απ’ την άλλη οι δήθεν επαναστάτες που αντιμετωπίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα σαν … «κατασκεύασμα» της αστικής τάξης για να μας ρίχνει στάχτη στα μάτια. Όλοι αυτοί οι συνωμοσιολογούντες αγράμματοι βάλθηκαν να μας πείσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι εθνική υπόθεση και κάθε κρατική οντότητα πρέπει να την χειρίζεται κατά πώς εκείνη κρίνει σωστό.

Έτσι, μας ζητούν να αφήσουμε τον σφαγιαζόμενο λαό της Λιβύης να … σφάζεται με την ησυχία του και να μην ανακατευόμαστε στα εσωτερικά τρίτων χωρών. Το επιχείρημα είναι εντελώς αστείο προερχόμενο από … διεθνιστές (αχ κακόμοιρε Μαρξ, τι αίσχη γίνονται στο όνομά σου). Επίσης μας είπαν ότι δεν πρέπει να επέμβει η διεθνής κοινότητα στη Λιβύη διότι ο λαός της Λιβύης πρέπει να αφεθεί να λύσει μόνος του τα προβλήματα του με την … στήριξη και αλληλεγγύη (sic) του παγκόσμιου εργατικού κινήματος! Μα, το παγκόσμιο εργατικό κίνημα δεν βρήκε μια λέξη να πει 30 χρόνια για τον Καντάφι, που μέχρι πρότινος ως αριστερός ντεμπουτάριζε! Άσε που δεν καταλαβαίνω την στήριξη που προσφέρει στα ακρωτηριασμένα παιδιά της Λιβύης η μάζωξη στα Προπύλαια. Τέλος, μας είπαν ότι οι Αμερικανοί και λοιποί ΝΑΤΟικοί ενδιαφέρονται μόνο για τα πετρέλαια και μάλιστα στήριζαν λέει τον Καντάφι. Σωστά, έτσι είναι. Και λοιπόν; Αυτό τι σημαίνει? Δηλαδή οι Άγγλοι, Γάλλοι και Ρώσοι που στήριζαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία (γιατί δεν ήξεραν τι να κάνουν τα κομμάτια της αν τους διαλυόταν), κακώς έκαναν και επενέβησαν στα εσωτερικά της βοηθώντας τους δικούς μας ξεβράκωτους να γίνουν κράτος? Η επέμβαση του … ΝΑΤΟ της εποχής στο Ναβαρίνο ήταν λανθασμένη λοιπόν? Ίσως και να ήταν τελικά γιατί το κράτος που φτιάχτηκε είναι της ντροπής. Ας ελπίσουμε στη Λιβύη να φτιαχτεί ένα καλύτερο.

Υ.Γ. Η πολιτική δεν έχει συναισθηματισμούς, έχει λογική και συμφέροντα. Οι σκοποί όμως δεν αγιάζουν τα μέσα. Στο όνομα της αριστερής ορθοδοξίας και καθαρότητας ιδεών δεν μπορεί να θυσιάζεται ο ανθρωπισμός. Τα «ούτε με το ΝΑΤΟ ούτε με τον Καντάφι» είναι υπεκφυγές, αμήχανες μάλιστα. Και επειδή, όπως έλεγε ο Νίτσε, η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος, ο κακόγουστος μικροαστικός αριστερο-εξτρεμισμός καταντάει ανήθικος.